Χωρίς κατηγορία

Καθετήρες – Ακράτεια

Καθετήρες – Ακράτεια

Η ακράτεια ούρων είναι ένα συχνό ιατρικό πρόβλημα. Υπολογίζεται ότι επηρεάζει πέραν του 5% του πληθυσμού όλων των ηλικιών.

Πρόκειται για απώλεια ελέγχου της ουροδόχου κύστης που συνοδεύει συχνά το αδυνάτισμα των μυών του εδάφους της λεκάνης. Η δυσλειτουργία αυτή, είναι συχνότερη σε ανθρώπους άνω των 65 ετών και οι γυναίκες επηρεάζονται περισσότερο από τους άνδρες. Οι συχνότερες μορφές ακράτειας ούρων είναι η ακράτεια κατά την προσπάθεια που παρατηρείται όταν ο ασθενής βήχει, φταρνίζεται, γελά ή σηκώνει ένα βάρος ( ακράτεια προσπάθειας) και η επιτακτικού τύπου ακράτεια. Η ακράτεια λόγω υπερδραστήριας ουροδόχου κύστης χαρακτηρίζεται από ξαφνική, έντονη ανάγκη ούρησης που ακολουθείται από άμεση συστολή της ουροδόχου κύστης και αθέλητη απώλεια ούρων.

Καθετήρες – Ακράτεια

Καθετήρες

Ένας καθετήρας είναι ένας μικρός κοίλος σωλήνας που εισάγετε στην κύστη για να αποστραγγίσει τα ούρα, όταν η κύστη δεν αδειάζει με φυσιολογικό τρόπο. Αν ο καθετήρας μένει στην κύστη για ώρες, μέρες ή περισσότερο τότε ονομάζεται μόνιμος. Αν ο καθετήρας εισάγετε για να αποστραγγίσει τα ούρα και στη συνέχεια απομακρύνεται, ονομάζεται καθετήρας για διαλείποντα καθετηριασμό.

Μόνιμος καθετήρας

Ο μόνιμος καθετήρας είναι ένας λεπτός, αποστειρωμένος σωλήνας που εισάγεται στην ουροδόχο κύστη για την αποστράγγιση των ούρων. Συγκρατείται στη θέση του με ένα μπαλόνι στο άκρο, το οποίο είναι γεμάτο με αποστειρωμένο νερό για να αποτρέψει τον καθετήρα από το να αφαιρεθεί από την ουροδόχο κύστη. Τα ούρα αποχετεύονται διαμέσου του σωλήνα του καθετήρα σε ουροσυλλέκτη. Η διαδικασία για την εισαγωγή ενός καθετήρα ονομάζεται καθετηριασμός.Ο μόνιμος καθετήρας χρησιμοποιείται όταν καμία άλλη μέθοδος δεν είναι αποτελεσματική ή όταν ο ασθενής δεν έχει τη δυνατότητα ή τη βοήθεια ώστε να μπορεί να αντεπεξέλθει σε κάποια άλλη εναλλακτική τεχνική. Ο καθετήρας αυτός παραμένει στην κύστη και αλλάζεται τουλάχιστον μία φορά το μήνα.

Εξωτερικός ή περιπεϊκός καθετήρας

Εκατομμύρια άνδρες στον κόσμο πάσχουν από ακράτεια ούρων. Η ακράτεια είναι ένα πρόβλημα υγείας που εμφανίζεται τόσο σε μεγαλύτερης όσο και σε μικρότερης ηλικίας άτομα. Η ακράτεια αποτελεί εκτός των άλλων και ένα κοινωνικό πρόβλημα. Αν αντιμετωπιστεί κατάλληλα τότε ο ασθενής έχει την ίδια ποιοτική ζωή που είχε και πριν νοσήσει.

Ο αυτοκόλλητος εξωτερικός καθετήρας είναι σχεδιασμένος για την διαχείριση της ανδρικής ακράτειας ούρων.

Οδηγίες: Εφαρμογή του περιπεϊκού καθετήρα

  1. Πλύνετε το πέος με μαλακό σαπούνι και ζεστό νερό. Στεγνώστε καλά
  2. Κόψτε τις ηβικές τρίχες αν χρειαστεί.
  3. Ανοίξτε τη συσκευασία στη διάτρηση.
  4. Για να αφαιρέσετε το πλαστικό πιέστε τον καθετήρα στην κορυφή του λευκού κώνου και τραβήξτε για να τον απελευθερώσετε.
  5. Ξετυλίξτε τον αυτοκόλλητο καθετήρα πάνω στο πέος.

Διαλείπων καθετηριασμός

Οι διαλείποντες καθετηριασμοί αποτέλεσαν πραγματική επανάσταση στην αντιμετώπιση της νευρογενούς κύστεως. Μπορεί να εφαρμοσθούν στην πλειονότητα των περιπτώσεων (όχι όμως σε όλες) και να συνδυάσουν με ιδανικό τρόπο τους καθαρά “ιατρικούς” αλλά και κοινωνικούς – προσωπικούς στόχους του κάθε ατόμου. Οι διαλείποντες καθετηριασμοί γίνονται από το ίδιο το άτομο ή από ένα βοηθό (κατά προτίμηση πάντα το ίδιο) αφού εκπαιδευτεί κατάλληλα. Η επιλογή του κατάλληλου καθετήρα πολλές φορές αποτελεί το κλειδί της λειτουργικής ανεξαρτησίας του ατόμου όσον αφορά στους αυτό-καθετηριασμούς της κύστεως.
Για διαλείποντα καθετηριασμό (IC), ο ουροκαθετήρας δεν παραμένει εντός της ουροδόχου κύστης. Εισάγεται για το χρονικό διάστημα που είναι απαραίτητο για την κένωση της ουροδόχου κύστης και κατόπιν αφαιρείται.

 

Ενδείξεις για διαλείποντα καθετηριασμό

Ο διαλείπων καθετηριασμός μπορεί να ενδείκνυται ως μέθοδος αντιμετώπισης για προβλήματα κένωσης λόγω διαταραχών ή κακώσεων του νευρικού συστήματος, μη νευρογενούς δυσλειτουργίας της ουροδόχου κύστης ή ενδοκυστικής απόφραξης με ατελή κένωση της ουροδόχου κύστης.

1. Νευρογενείς δυσλειτουργίες της ουροδόχου κύστης

Οι νευρογενείς βλάβες μπορούν να προκαλέσουν δυσλειτουργίες της ουροδόχου κύστης με διακοπή της “επικοινωνίας” μεταξύ της ουροδόχου κύστης και των κέντρων διούρησης στον εγκέφαλο. Οι ασθενείς που πάσχουν από νευρογενείς βλάβες ενδέχεται να έχουν ένα συνδυασμό επιτακτικής ακράτειας και υπολειπόμενων ούρων (δυσσυνέργεια εξωστήρα μυός-σφιγκτήρα) ή μερική έως πλήρη κατακράτηση ούρων λόγω άτονου ή μη συσταλτού εξωστήρα μυός. Η έκταση και η ένταση της κατακράτησης εξαρτάται από τη θέση της βλάβης. Επίσης, κακώσεις ή διαταραχές των περιφερικών νεύρων στην περιοχή της ουροδόχου κύστης ή του ιερού μπορούν να προκαλέσουν ατελή κένωση της κύστης (1, 2, 3, 4, 5, 6, 7).

Οι ακόλουθες νευρολογικές καταστάσεις είναι δυνατόν να δημιουργήσουν προβλήματα κένωσης της ουροδόχου κύστης, υποδεικνύοντας ανάγκη για διαλείποντα καθετηριασμό:

  • Κακώσεις νωτιαίου μυελού
  • Σκλήρυνση κατά πλάκας
  • Μυελομηνιγγοκήλη
  • Δισχιδής ράχη
  • Όγκος νωτιαίου μυελού
  • Αυτόνομη δυσαντανακλαστική δραστηριότητα
  • Σακχαρώδης διαβήτης (ατελής κένωση ως αποτέλεσμα νευροπάθειας)

Ενδέχεται να υπάρχουν άλλες νευρογενείς καταστάσεις που δεν παρατίθενται, οι οποίες θα ήταν δυνατόν να διαταράξουν το κεντρικό ή το περιφερικό νευρικό σύστημα και, επομένως, να επηρεάσουν τις λειτουργίες της ουροδόχου κύστης. Σήμερα, στα περισσότερα μέρη του δυτικού κόσμου, ο διαλείπων καθετηριασμός αποτελεί τον χρυσό κανόνα στην αντιμετώπιση της νευρολογικής δυσλειτουργίας της ουροδόχου κύστης.

2. Μη νευρογενείς δυσλειτουργίες της ουροδόχου κύστης

Ο διαλείπων καθετηριασμός (αντί για την τοποθέτηση μόνιμου καθετήρα) επιτρέπει την ευκολότερη παρακολούθηση του όγκου αυτόματης διούρησης μετά από προσωρινή κατακράτηση ούρων ή ατελή κένωση της ουροδόχου κύστης . Η στένωση ουρήθρας αντιμετωπίζεται συχνά μετά από εσωτερική ουρηθροτομή με διαλείπουσα διάταση με αναλώσιμο καθετήρα. Συνοπτικά, ο διαλείπων καθετηριασμός ενδέχεται να ενδείκνυται στις ακόλουθες καταστάσεις με μη νευρογενείς δυσλειτουργίες της ουροδόχου κύστης:

  • Ιδιοπαθή κατακράτηση ούρων ή ατελή κένωση ουροδόχου κύστης (1, 2)
  • Υποκυστική απόφραξη
  • Όταν ο ασθενής πρέπει να περιμένει για χειρουργική επέμβαση, π.χ. διουρηθρική εκτομή του προστάτη (TUR-P) (1,2,3)
  • Όταν η χειρουργική επέμβαση είναι αδύνατη ή επικίνδυνη
  • Στένωση ουρήθρας (διαλείπουσα διάταση) (2,3)
  •  Λοίμωξη ουροφόρου οδού με υπολειπόμενα ούρα (1, 2)
  • Ακράτεια ούρων με υπολειπόμενα ούρα (υπερπλήρωση)
  • Ακράτεια ούρων σε συνδυασμό με άλλη θεραπεία
  • Μετεγχειρητική κατακράτηση ούρων (8,10)
  • Κατακράτηση ούρων μετά από τοκετό (11)
  • Για λήψη ούρων για διαγνωστικές εξετάσεις ούρων
  • Ενστάλαξη / καταιονισμό ουροδόχου κύστης

216 229 Cpmed.gr

Γράψτε μια απάντηση

ESPA Banner
Αναζήτηση...

Ο ιστότοπός μας χρησιμοποιεί cookies, κυρίως από υπηρεσίες τρίτων.